- υποδιεύθυνση
- η1. το αξίωμα και το έργο του υποδιευθυντή (βλ. λ.).2. υπηρεσία που αποτελεί υποδιαίρεση διεύθυνσης, με αυτοτέλεια μεγαλύτερη από εκείνη του τμήματος: Υποδιεύθυνση Τροχαίας Κινήσεως.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.